Η ελληνική ομοσπονδία επιτραπέζιας αντισφαίρισης ανακοινώνει με θλίψη ότι το πρωί της Τρίτης 30/05 έφυγε από τη ζωή ο πρώην ομοσπονδιακός προπονητής και διακεκριμένος αθλητής του Παναθηναϊκού και της ΧΑΝ Αθηνών Γιάννης Μακρής. Απεβίωσε σε ηλικία 73 ετών σε νοσοκομείο της Αθήνας, όπου νοσηλευόταν. Άνθρωπος με καλλιέργεια και μόρφωση, ευγενικός, δοτικός και καλοσυνάτος, πρόσφερε για πολλά χρόνια σημαντικές υπηρεσίες στην ελληνική επιτραπέζια αντισφαίριση από όποια θέση κι αν κατείχε και ανέδειξε αθλητές. Με τις γνώσεις του και τον εξαιρετικό χαρακτήρα του κέρδισε την αναγνώριση και την εκτίμηση όχι μόνο από τους αμέτρητους διεθνείς, με τους οποίους συνεργάστηκε, αλλά από το σύνολο των ανθρώπων του αθλήματος κι έκανε μόνο φίλους. Τις τελευταίες δύο δεκαετίες αντιμετώπιζε χρόνιο πρόβλημα υγείας, αλλά δεν έπαψε ποτέ ν’ ασχολείται με το αγαπημένο του άθλημα και να ενημερώνεται για αγωνιστικά και όχι μόνο δρώμενα.
Η νεκρώσιμος ακολουθία θα ψαλεί την Πέμπτη 01/06 στον Προφήτη Ηλία, στο Παγκράτι και ακολούθως η σωρός θα μεταφερθεί για ταφή στο χωριό του εκλιπόντος, στις Κολλίνες Αρκαδίας, έξω από την Τρίπολη. Επιθυμία της οικογένειας είναι αντί στεφάνων να ενισχυθεί ο Σύλλογος Φίλων Παιδιών με καρκίνο «Ελπίδα».
Το διοικητικό συμβούλιο της Ε.Φ.Ο.Επ.Α. αποχαιρετά με βαθιά στεναχώρια τον επί χρόνια προπονητή της εθνικής μας ομάδας γυναικών και των ηλικιακών εθνικών ομάδων και απευθύνει θερμά συλλυπητήρια στους οικείους του.
ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΑΘΛΗΤΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΠΟΝΗΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΚΡΗΣ
Ο Γιάννης Μακρής γεννήθηκε το 1950 στην Αθήνα. Ήταν πτυχιούχος της Παντείου Ανώτατης Σχολής (δημόσια διοίκηση) και υπήρξε για 26 χρόνια στέλεχος της Ιονικής Τράπεζας.
Άρχισε σε σχετικά μεγάλη ηλικία το πινγκ πονγκ, στα 13 του συγκεκριμένα στη ΧΑΝ Αθηνών, αλλά είχε την τύχη να εξελιχθεί δίπλα σε σπουδαία ονόματα του χώρου, καθώς το σωματείο κυριαρχούσε στα πρωταθλήματα εκείνη την εποχή. Το πρώτο του δελτίο στη ΧΑΝ Αθηνών το έκανε τον Μάρτιο του 1966 και μέχρι τη διάλυσή της χάρηκε δύο πρωταθλήματα Ελλάδας (1969, 1970) και ένα Κύπελλο Ελλάδας (1970). Επίσης, την περίοδο 1968-1969 κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο με τον αδερφό του Άγγελο στο διπλό ανδρών του Πανελληνίου πρωταθλήματος.
Το 1970 μετακινήθηκε στον Παναθηναϊκό, έμεινε 11 χρόνια κι επίσης ως αθλητής μίας πολύ δυνατής ομάδας απόλαυσε επιτυχίες όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό.
Σε ομαδικό επίπεδο, στο βιογραφικό του με τη φανέλα του Παναθηναϊκού έχει:
Τον τίτλο στην Α’ Εθνική την περίοδο 1974-1975. Το Κύπελλο Ελλάδας την περίοδο 1973-1974. Πέντε φορές τη 2η θέση στο πρωτάθλημα και 3 φορές την 3η μέσα στο χρονικό διάστημα από το 1971 έως το 1980, ενώ ήταν μέλος της ομάδας, που το 1974 πέτυχε μεγάλη και ιστορική διάκριση με την πορεία μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης. Σε ατομικό επίπεδο είχε ασημένιο μετάλλιο στο διπλό ανδρών του Πανελληνίου πρωταθλήματος ξανά με τον αδερφό του Άγγελο τη σεζόν 1976-1977. Δύο φορές βρέθηκε στο νούμερο 3 του ελληνικού πίνακα αξιολόγησης, ενώ για περίπου 15 χρόνια ήταν μέλος των προεθνικών ομάδων και πραγματοποίησε (κυρίως στα ατομικά αγωνίσματα) κάτι λιγότερο 30 συμμετοχές σε Βαλκανικούς, Μεσογειακούς και άλλους διεθνείς αγώνες. Διακεκριμένος αθλητής σημειωτέον και μετέπειτα προπονητής υπήρξε και ο μικρότερος από τους αδερφούς Μακρή, ο Ηλίας.
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και παράλληλα με το τελευταίο κομμάτι της διαδρομής του ως αθλητής ο εκλιπών άρχισε ν’ ασχολείται με την προπονητική. Οι πρώτοι σύλλογοι, με τους οποίους συνεργάστηκε, ήταν ο Παναθηναϊκός, το Γαλάτσι και ο Παράδεισος. Παρακολούθησε όλες τις σχολές και τα σεμινάρια, που έγιναν στην Ελλάδα, βρέθηκε σε εκπαιδευτικά events στο εξωτερικό κι έχοντας και εμπειρία από τις οδηγίες πολύ αξιόλογων ξένων προπονητών, που δούλεψαν στη χώρα μας (Φόλντι, Γκάιτς, Κουμπάτ, Μάρκοβιτς), αρχίζει πριν από τα μέσα της δεκαετίας του ‘80 συνεργασία με την Ε.Φ.Ο.Επ.Α., πρώτα ως υπεύθυνος στο κλιμάκιο Δυτικής Αττικής (Ελευσίνα-Μέγαρα).
Κατόπιν για περίπου 5 χρόνια εργάζεται για την ομοσπονδία στις παιδικο-εφηβικές ομάδες και βοηθά στην ανάδειξη νέων αθλητών, που αργότερα αποτέλεσαν βασικά στελέχη των εθνικών ομάδων ανδρών και γυναικών.
Τέλη της δεκαετίας του ’80 αναλαμβάνει την εθνική ομάδα γυναικών, με την οποία έχει, μεταξύ άλλων, μετάλλια σε Βαλκανικούς και Μεσογειακούς Αγώνες, όπως και καλά πλασαρίσματα σε Ευρωπαϊκά και Παγκόσμια πρωταθλήματα. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 η τελευταία του συνεργασία με την ομοσπονδία ήταν να του ανατεθεί, με βάση τη μεγάλη πια εμπειρία του και τις παρατηρήσεις του στην εξέλιξη του αθλήματος, το κομμάτι της Ακαδημίας με σκοπό την ανάδειξη νέων αθλητών και τη σταδιακή στελέχωση των εθνικών ομάδων.